|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πέδικλο? — — αετός — ξεσκεπάζω — χορτάριασμα — φωνομιμητική — μετατρεπτικός — συσσωματώνω — πώλος — ανενοίκαστος — στεφανωμένος — ζεόλιθος — γνοιάζομαι — αγοροκόριτσο — ανακουφίζω — Βλάχικα — τσέρκι — παρωκεάνειος — ψίχουλο — ασυνάρμοστος — ἀναστάτωσις — σκυρόστρωση — χαλασμένος |
|||