|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово θεοκρατικό? — — καντιανός — φλυτζάνι — φιλούρα — διυφαίνω — μεσοπλεύριος — μετεμψύχωση — μπαμπού — δριμιάζω — δρομοκόπος — φαφλατιά — αλλέγρα — αντίδικος — χάψη — δυσφημιστικός — γρανιτόστρωτος — διαλαλίζω — ακριβομάννα — ασπρόρρουχο — επτατομικός — γόνιμος — κοπιαστικός |
|||