|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πλουσιοπάροχα? — — φούντα — κεγχρί — παραδόξως — χρώμιο — ενδοσκοπία — προπαιδευτικός — επιστημονικοφανής — πρόγραμμα — διαψεύδω — αποξηραντήριο — θεόκτιστος — προεισαγωγή — κουζινέτο — επούλωση — δονζουανικός — εμπλακείς — αμαρεύω — αυτοσχέδιος — ψαροντουφεκάς — πολυχρόνιος — δωρητός |
|||