|
η практика #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово практика? — πρακτική как с (ново)греческого переводится слово πρακτική? — практика — αφαλός — δραστηριοποιούμαι — σακχαρομύκης — δασοχωροφύλακας — αναζωογονητικός — προσονάχωμα — υπερπροστατευτικά — ποσολογία — αλπακάς — φερεγγυότητα — πλισσάρισμα — αναπαριστάνω — περιουσιακός — διαθερμασία — τζαναμπέτα — αφωνία — γραμματοσύμπλεγμα — κουβούκλιο — ραπίζω — ακροπαγής — εμπυρεύω |
|||