|
фотоальбом #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фотоальбом? — φωτοάλμπουμ как с (ново)греческого переводится слово φωτοάλμπουμ? — фотоальбом — αποσκιρτώ — επιπολασμός — επανεξέταση — πολυτεχνισμός — δράση — λεωφόρος — μοσκίται — ανακλαδιστός — ανδρών — γρούζω — στρεβλή — αλλαξοφεγγιά — πεπτικός — πυκνός — νιώσιμο — μακρονός — αυλακιάζω — πατήκωμα — κονσουμασιονίστα — απαισιόδοξος — τρουχίζω |
|||