|
ο люмпен-пролетариат #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово люмпен-пролетариат? — λούμπεν как с (ново)греческого переводится слово λούμπεν? — люмпен-пролетариат — αγροφύλαξ — περιφρονητός — βουτυροποιείον — παιδί — διπλάρμπουρος — κουκούλλι — καθότι — παλαιοπωλείο — αποτυπώνω — στόχαση — ατσίδι — αστιγμία — τριγύρω — ιρλανδικός — δηώνω — αρνήτρια — πατόκορφα — χαλκόχρους — εννεάκρουνος — τριχώδης — γλυκόριζα |
|||