|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μαθουσάλας? — — εγερτήριος — ασύμβλητος — ζωγραφική — καθεύδω — ευλογιασμένος — ανθίζομαι — μηνοειδής — παρέρχομαι — οπλαποθήκη — απασχολία — βαγόνι — ελεφάντειος — οπωρολαχανικά — ανασαιμιά — ανεξευμένιστος — αηδόνα — διαμετακόμιση — δύσληπτος — αμφοτερίζω — γάργαρος — αποχαράζω |
|||