|
το завивка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово завивка? — οντουλάρισμα как с (ново)греческого переводится слово οντουλάρισμα? — завивка — αντισήκωμα — τυποκλόπος — ψηλοτάκουνος — κατασταλαχτή — αψικορία — μπατήρης — δισεκατομμύριο — τσαγιερό — απαρνούμαι — παράφωνος — ηδονολάτρης — δίκαιον — τοκάς — χαμηλόφωνα — πύαρ — βύθισμα — ψυχοπαθητικός — στερεοτυπώνω — δραστηριοποιώ — έξοχα — ωννομανής |
|||