Новогреческий словарь
κατάκλιτο
κατάκλιτο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
κατάκλιτο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κοντούλικος
—
αναπλάσσω
—
κατακλυσμικός
—
ανθυπομειδίαμα
—
άκυρος
—
απαραδειγμάτιστος
—
ανδράδελφη
—
παντρεμένος
—
γευτικός
—
καταχαρίζομαι
—
κατής
—
παγκάρι
—
ψυχοφυσιολόγος
—
ασχολία
—
τραπεζοκρατία
—
βαθύσκιος
—
διήμερος
—
ειρήνεμα
—
πιτυρίαση
—
Ουκρανός
—
ξεσβέρκιασμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω