|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κατάκλιτο? — — κακόπραχτος — ξεροτηγανίζομαι — πυελολιθοτομία — ξυλομετρία — τήν — υποβλητός — ενσφήνωση — βραδύτητα — καρδιοσάσιμο — σιταρότοπος — βιβλιόφιλος — καλότυχος — αζευγάρωτος — κατειρωνεύομαι — έρανος — οβελιαίος — ποτοποιείο — ριζικό — πυρέσσω — υποστυλώνω — αφιλόξενος |
|||