|
ο иконоборец #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово иконоборец? — εικονοθραύστης как с (ново)греческого переводится слово εικονοθραύστης? — иконоборец — διευκρινίζω — προύμυτα — εδικτον — επιβραδύνω — εύγευστος — φευγάλα — νεροσωλήνας — ριζό — ρεβιθένιος — εύδηλος — πεπωρωμένος — δεκάτη — μηνυτής — γρασιδότοπος — φί — μυρεψός — αποψυκτήριο — ισοτοπία — ατέλευτος — προστυχιά — λεκτικό |
|||