Новогреческий словарь
μάντρισμα
μάντρισμα
το
огораживание стеной, обнесёние оградой
;
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
огораживание стеной
? —
μάντρισμα
как на
(ново)греческом
будет слово
обнесёние оградой
? —
μάντρισμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
μάντρισμα
? — огораживание стеной, обнесёние оградой
#
(ново)греческий словарь
—
αντιβογγώ
—
φύλαγμα
—
υποβιβασμός
—
ρινόφωνος
—
κατεσχέθην
—
επιτεύξιμος
—
χιονάνθρωπος
—
αεροβόλο
—
περίδακρυς
—
ολιγοπιστώ
—
αρνομάνα
—
θυσιάζομαι
—
υδροδοχείο
—
πιεστικός
—
άφεση
—
ωροσκόπος
—
θαλασσογενής
—
αγριλιά
—
κλάξον
—
πατσός
—
ασβεστόχρισμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω