|
картографический #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово картографический? — χαρτογραφικός как с (ново)греческого переводится слово χαρτογραφικός? — картографический — μουγγά — αρμονίζω — επαλλάσσομαι — τυπολατρικός — σκεπαστός — ονειροπόληση — δυσμενής — λεηλάτηση — εμβρόντητος — απαιδευσία — συνέτιση — εναντιογνωμώ — παραφέρω — ξασπρισμένος — ναζιάρης — βραχυλογία — σκαπανέας — αστροδίαιτος — παρήλιος — ζαλίζω — ψιλοκόβω |
|||