|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καμινευτήριο? — — αμπακος — αγλωσσία — δασονομικός — μοντερνιστικά — ευτυχώ — αποθρασύνω — ανταλλαγή — αναγεννώμενος — μουρμουράω — ταχυνός — παρακαταθέτω — εδώδιμος — εδώθες — γηρασμός — απολλύομαι — εγκεφαλισμός — αγεληδόν — αρχαιολατρεία — εσωκάρδιον — ανθρωπινά — μασητηριος |
|||