|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μελισσόχορτο? — — σπιτώνω — πλακοστρωμένος — ψευτόμαγκας — αντιμάμαλο — κομφόρ — προβλήτα — στέφανο — ενεδρευτικός — μπαλαμούτιασμα — κετόνες — βλενόρροια — χρονιάρης — προβιβάζω — αμνηστεύω — γαιανθρακοφόρος — σιτοκαλλιέργεια — εξευτελσμός — ομοιόπτωτος — διεκπερσίοιση — χιλιάκις — βρόμος |
|||