|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγριοκέρασο? — — φετίς — εκτίθεμαι — μαλαγανιά — φλογίζομαι — αργένης — ύψος — δασυνόμενος — συγχρονίζομαι — σεμνά — ποδόσφαιρο — τροπή — απόσταση — μαυρογή — πελεκίζω — εγκάθετος — επιτέλεσις — απολιπαίνω — ρεμπέλιασμα — αδιακρισία — αΰπνωτος — αποθνήσκω |
|||