Новогреческий словарь
τοιχωρυχώ
τοιχωρυχώ
совершать кражу со взломом
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
совершать кражу со взломом
? —
τοιχωρυχώ
как с
(ново)греческого
переводится слово
τοιχωρυχώ
? — совершать кражу со взломом
#
(ново)греческий словарь
—
ενδεδειγμένος
—
διασύρω
—
παστρεύω
—
αυγουλωτός
—
σπαθώδης
—
συμπεριλαμβανομένος
—
εστάθην
—
ενταφιαστής
—
κινητήριος
—
αναφορά
—
πρωτευουσιάνος
—
γαλακτοπαραγωγικός
—
ωμορφονιός
—
λάσκος
—
αερομετρία
—
προφυλακίζω
—
ανατολιστής
—
επιγραφοποιία
—
σπρώχνω
—
ακώλυτος
—
λιγώνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве