|
η накрашенная женщина #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово накрашенная женщина? — φκιασιδού как с (ново)греческого переводится слово φκιασιδού? — накрашенная женщина — ομοούσιος — ξυστικός — θύτης — ξεβράζω — καταπακτή — αναγνωσματάριο — εμφωλεύω — γαλατερά — φοινικίδα — περιορισμένα — Πήγασος — λυχνάρι — δές — γλίτωμα — μοιράζομαι — κραταιότης — τραπεζικός — αποξύω — αυτερωτισμός — εξαρτησιογόνος — φιλόθεος |
|||