|
стреловидный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово стреловидный? — βελοειδής как с (ново)греческого переводится слово βελοειδής? — стреловидный — μπήγω — πεζούλι — αψιλία — άκωπος — παθιάζω — ιχθυοκομία — εσαεί — καταρρέων — αγαλήνευτος — στείρευμα — ξεφορτωτής — αντιστοιχώ — φωνητήριος — μπαντανάς — αυγαταίζω — κομμουνίστρια — υδρωπιώ — γκελ — όγδοο — λιθοθραύστης — ινδικός |
|||