|
ох!, ой! (при выражении горя, боли и т.п.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ох!? — ώχου! как на (ново)греческом будет слово ой!? — ώχου! как с (ново)греческого переводится слово ώχου!? — ох!, ой! — έλεγχος — εισηγητής — τερατοειδής — περικνήμιον — αξιωμένος — δυό — διοξείδιο — τάβανος — σεισμομετρικός — συζυγία — αρράϊστος — πολυωνυμικός — προσηλώνομαι — προελαύνω — πλαστότητα — ηλεκτρόλυτος — ασάρωτος — κακέκτυπος — δρύπη — θαλασσινομανιταρόσουπα — εκκαθάριση |
|||