|
ο торговец бумагой #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово торговец бумагой? — χαρτέμπορος как с (ново)греческого переводится слово χαρτέμπορος? — торговец бумагой — αναριεύω — αγαπώ — Τεμπελοχώρα — ευωδιαστός — θαλάμι — αποησκιά — κομμός — κάττυμα — γαλβανοτεχνική — χωροταξικά — υπονόμευση — δερβενάκι — Ολύμπια — έργ — αντικληρικά — θαρραλέα — χόρτο — ακροδέκτης — επιβάτισσα — κουβερτούλα — υπεραστικός |
|||