|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово προπηλακισμός? — — κατακραυγή — άβριστος — τζουτζές — παρκάρω — μελανάδα — αργολογώ — κατάκλειστος — γκιζέρι — λεξικό — σμηνίτισσα — αρχιεπισκοπεία — ημερομίσθιος — αδιακύβευτος — υπερκεράτωσις — φρενοκομείο — λυτάρι — μονόδρομος — αδιαμέριστος — ασχημούλα — ελευθέρωμα — προορίζω |
|||