|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μαντό? — — ναρκωτικά — δικτυοποιός — πλαστογράφημα — πολεμοποιός — κωλότριχα — ατομικός — πλακόστρωση — πάτριος — προλετάρισσα — πιτσιλιές — δοξαράτος — ανάλυση — νοημοσύνη — απογέρνω — αγεννησιά — ενθουσιαστικός — κακοήθης — ανομολόγητος — γιασακτζής — στηθικός — ξανθομάλλης |
|||