|
ο воздухораспределительный клапан #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово воздухораспределительный клапан? — αεροφράκτης как с (ново)греческого переводится слово αεροφράκτης? — воздухораспределительный клапан — υπέρφορτος — πλινθοκεραμική — βαπίτη — αμερικανόδουλος — εξοικονόμηση — μεσαίωνας — διαλογιστικός — σφετερισμός — σχοινοτενής — παθολογικός — δεκάωρος — επιφαίνομαι — αποσφράγιση — εστιώ — απανταχούσα — γυρισιά — επαίρω — κομψολόγος — γλωσσοδέρνω — κοκκινογένης — βελονίδα |
|||