|
η учащённость дыхания #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово учащённость дыхания? — ταχύπνοια как с (ново)греческого переводится слово ταχύπνοια? — учащённость дыхания — νεβρίδα — προεόρτια — στενό — κορνιζοποιός — εκτύλωση — αηδονολαλήτρα — μηχανοκατασκευαστής — περόνιασμα — ασεμνογράφος — γοργόπτερος — απομωραίνω — χηριός — αντιστοιχία — ολίσθηση — κυριαρχικός — δίνομαι — σαββατόβραδο — πρεβάζι — απομαγνήτιση — εφίζηση — εύσχημος |
|||