|
напечатанный; печатный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово напечатанный? — έντυπος как на (ново)греческом будет слово печатный? — έντυπος как с (ново)греческого переводится слово έντυπος? — напечатанный, печатный — φημίζω — επιτροχάδην — ρακοσυλλέκτης — αναπνευστός — ανδρολόγος — υποτελής — αλησμονιά — πληρεξουσιοδοτώ — σχεδιομανής — σφαιρόμετρο — αχυροφάγος — πολυμελής — εγγονάκι — σπληνάντερο — γουργούλα — πευκώνας — περίοικος — μήκος — φαγγότο — τζάγκουαρ — ορίστε |
|||