οιστρογόνο

формы словаβ
οιστρογόνο



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово οιστρογόνο? —


αιμορρόφιλοςξαράχνιασμαυπερπροστατευτικότηταδιεκδίκησηπυξέμμισθοςευφραίνομαιηλεκτρονικόςεξηγητήςψωμάδαιναβολβικόςσιδηροπαγήςπλατωσιάλέκφεγγαριάτικαδιατυμπάνισηθύωδομικόςΚυριακοδρόμιοκρυψίνοιαερασιτεχνικά




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit