Новогреческий словарь
εικονογράφημα
εικονογράφημα
το
иллюстрация; рисунок
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
иллюстрация
? —
εικονογράφημα
как на
(ново)греческом
будет слово
рисунок
? —
εικονογράφημα
как с
(ново)греческого
переводится слово
εικονογράφημα
? — иллюстрация, рисунок
#
(ново)греческий словарь
—
μεριδιούχος
—
φυσιοθεραπεία
—
αχρησιμοποίητος
—
κλασμένος
—
ακινητότης
—
ζιαφέτι
—
μεταξοβάμβακος
—
χαλί
—
περιλαμβάνω
—
γκρινιάρης
—
γνεψιά
—
προφυλάττω
—
αμακαδόρικος
—
βιογραφώ
—
χρεμέτισμα
—
σύμπαν
—
σαματάς
—
αγουρίλα
—
σκυλιάζω
—
ποτό
—
βαρύηχος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,