Новогреческий словарь
διατροφικός
διατροφικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διατροφικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
παπυρικός
—
χρηματιστήριο
—
μάνδρα
—
διαπεταννύω
—
δίζυγο
—
αυτοκριτικάρομαι
—
μελλοθάνατος
—
υπεργόμωση
—
βαρώνη
—
φωτοφωταύγεια
—
άβυθος
—
πυροφωσφορικός
—
δοκιμή
—
ακράδαντα
—
θρακιώτικος
—
σπαχής
—
πρωτοπηγαίνω
—
εγκαυστος
—
άλφα
—
ορθοπεδική
—
αγγάρευμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве