Новогреческий словарь
επιμήκυνση
επιμήκυνση
η
удлинение
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
удлинение
? —
επιμήκυνση
как с
(ново)греческого
переводится слово
επιμήκυνση
? — удлинение
#
(ново)греческий словарь
—
πινάκιο
—
περιληψούλα
—
βρωμόγλωσσα
—
υπερηχητικός
—
ηπειρώτισσα
—
καλλιγραφικός
—
λογουχάρη
—
συντείνω
—
κεραυνοβόληση
—
παραπέτο
—
αξέταστος
—
ανατεθείς
—
χνουδωτός
—
αρσίζης
—
προληπτικός
—
γκάβρα
—
λιθοδομία
—
αξιόχρεος
—
κλάδα
—
τσουλώ
—
ιματιοφυλάκιο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве