Новогреческий словарь
αποτροπιασμός
αποτροπιασμός
ο
отвращение, омерзение
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
отвращение
? —
αποτροπιασμός
как на
(ново)греческом
будет слово
омерзение
? —
αποτροπιασμός
как с
(ново)греческого
переводится слово
αποτροπιασμός
? — отвращение, омерзение
#
(ново)греческий словарь
—
ζωογόνηση
—
κατασκευή
—
μαγειρική
—
φυλάγομαι
—
αρνίλα
—
κομματισμός
—
ξαναπαθαίνω
—
στερεοϊσομέρεια
—
ξεγνοιάζω
—
γόρδιος
—
κουτσομπολιά
—
πισωκώλωμα
—
λιπογονία
—
νήστις
—
τοιχόστρωση
—
αιχμαλώτιση
—
γυφτουριά
—
απόδαυλος
—
βούκινο
—
αναπόλυτος
—
μεταβαλλόμενος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве