|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ομόζυγος? — — βοστρυχώνω — καθέκτης — ωδινώμαι — αριστεροφάγος — υπνοθεραπευτικός — κακοσήμαδος — ακατάγραπτος — απλεχτος — ακαθυστέρητος — κωμικοτραγικός — προσφυγόπουλα — αντιδιαστέλλω — διπλόκωπος — δαφνοφόρος — ραγδαίος — αφρικανικός — φτωχοποίηση — ζευκτηρία — συζητητής — γλυκοτρέμω — εσωκλείω |
|||