ομόζυγος

формы словаβ
ομόζυγος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ομόζυγος? —


βοστρυχώνωκαθέκτηςωδινώμαιαριστεροφάγοςυπνοθεραπευτικόςκακοσήμαδοςακατάγραπτοςαπλεχτοςακαθυστέρητοςκωμικοτραγικόςπροσφυγόπουλααντιδιαστέλλωδιπλόκωποςδαφνοφόροςραγδαίοςαφρικανικόςφτωχοποίησηζευκτηρίασυζητητήςγλυκοτρέμωεσωκλείω




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit