|
η гальванизация; электризация #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гальванизация? — γαλβάνιση как на (ново)греческом будет слово электризация? — γαλβάνιση как с (ново)греческого переводится слово γαλβάνιση? — гальванизация, электризация — εγκαίρως — ρόχθος — αψινθίαση — κατοπτροποιείον — σατιρικός — μακροσκοπία — σωματάρχης — κοινολογώ — λοφιοφόρος — μύρτος — δικαιοδότις — εμβαπτίζω — κρυσταλλικός — ταξιδιάρης — βιβλιολατρεία — λιθόστρωση — μελιγγούνι — τίτθη — συνεργατικός — μύκητας — μονομέρης |
|||