|
η сарай для соломы #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сарай для соломы? — αχυραποθήκη как с (ново)греческого переводится слово αχυραποθήκη? — сарай для соломы — μαγαζιάτικο — εφοδίαση — μαυροφορώ — αλμυρόμετρον — δασίλα — επιψευδαργυρώνω — είθε — ανθηρότητα — αναρρίπισις — αντραλώνω — εφτάγερος — μαργιόλα — διοικώ — πεθυμώ — κρεόσωτον — συμπεθέρα — ερμελίνη — κενό — μονώροφος — τοματόσουπα — πατερημά |
|||