Новогреческий словарь
σίδηρος
σίδηρ|ος
железо
;
μεταλλεύματα ~ήρου — железная руда
;
===
διά πυρός καί ~ήρου — огнём и мечом
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
железо
? —
σίδηρος
как с
(ново)греческого
переводится слово
σίδηρος
? — железо
#
(ново)греческий словарь
—
διεξοδικός
—
κοπέλλα
—
κόμησσα
—
σπορεύς
—
τσιγγούναρος
—
αειθαλής
—
βιολοντσέλλο
—
φαλαγγάρχης
—
ψιχαλιστός
—
ξόμπλι
—
σβέντζος
—
αντιπερισπαστικός
—
καστανέων
—
θάττον
—
ημερότητα
—
κοκτέϊλ
—
καταμήνια
—
τάππωμα
—
ρωμαντζ
—
φθονερά
—
ζωνούλα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,