|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δυσχερώς? — — τυλίγομαι — ανερμάτιστος — ζωεμπορία — ρεβιθοκεφτέδες — ελευτερώνω — αρθρώνω — αλανιάρης — ημιόκλαση — δαμινός — διαγιγνώσκω — πρέσσα — υποδένομαι — μαγκιπειό — διακόπτω — πλαταίνω — νομοτελεστικόν — φροντίζω — γερόγατος — απόγδυμα — στερεωτικός — κυλιάμενος |
|||