μεταγλωττισμένος

формы словаβ
μεταγλωττισμένος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово μεταγλωττισμένος? —


αγροτικόμουσακάςκρύφιοςαπορροφητικότηταήραπαλαίωμήνιγξσανοπώληςεκμηδενιστικόςοξύκεστρονδιασκεδαστικότηταντρέντνωτγναφευτικήγνέμακαβαλλάρηςαμφιδέτηςδεντροκοπώπρόοψηαδιασκέλιστοςβουλιάωβλεννορραγία




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit