|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μεταγλωττισμένος? — — αγροτικό — μουσακάς — κρύφιος — απορροφητικότητα — ήρα — παλαίω — μήνιγξ — σανοπώλης — εκμηδενιστικός — οξύκεστρον — διασκεδαστικότητα — ντρέντνωτ — γναφευτική — γνέμα — καβαλλάρης — αμφιδέτης — δεντροκοπώ — πρόοψη — αδιασκέλιστος — βουλιάω — βλεννορραγία |
|||