|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σοκολατόπαιδο? — — αντικειμενοποιούμαι — αδιαφόρετος — βυνοποιείο — λύκαινα — επανάψυξη — μπαρούφα — μοσκοκερητιά — κατά μόνας — κυλίστρα — ινδογερμανικός — αμβλυωπία — ηγεμονία — απόπαιδο — ποταπότητα — αυλάκιασμα — ηλεκτρομετολλουργία — φάσα — λιακός — υψηλότατος — συνεκφορά — πτωχεία |
|||