|
η удар по голове #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово удар по голове? — κατακεφαλιά как с (ново)греческого переводится слово κατακεφαλιά? — удар по голове — λιμαρισμένος — άφταστος — ασκίαστος — σύρ'τα-φέρ'τα — πυραυλοφόρο — ζωσμένος — ζευγόλουρο — στενώ — πνίξιμο — δελέασμός — αυτόχρους — ανθυποβάλλω — επίσημα — ιταμός — συντηρούμαι — πόνσεπτος — δακρύζω — κάπελας — λουλουδάω — αναξιοπαθής — αλεπουπορδή |
|||