Новогреческий словарь
αιδοιολειξία
αιδοιολειξία
η
куннилингус
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
куннилингус
? —
αιδοιολειξία
как с
(ново)греческого
переводится слово
αιδοιολειξία
? — куннилингус
#
(ново)греческий словарь
—
εσπερίς
—
δρομολάτης
—
Αθηναίος
—
ενσφήνωση
—
στέγνωσις
—
δύναμη
—
συνασπίζομαι
—
έρρε
—
παραξενεύω
—
αντάλλαγμα
—
δαμασκηνό
—
κλωστοβιομηχανία
—
μπιρμπίλι
—
ανεμοστοίβασμα
—
κλαμένος
—
γονατώ
—
κοντούλης
—
Γιούνης
—
ανεπιστημονικώς
—
λεπτότριχος
—
βραχιόλι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве