|
ο залив (в устье реки) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово залив? — ποταμόκολπος как с (ново)греческого переводится слово ποταμόκολπος? — залив — φθισίατρος — ζήλος — θενά — πισσάνθραξ — επίχυση — ερυθρόχρους — ομοιωματικός — νωτιαίος — ντούρος — φέλπα — μελοδραμάτιον — σκουπιδαρειό — αφηγητής — κορυφώνομαι — αποθεματικό — φορώ — εκτατόν — εγχειρητικός — χοντρουλός — φωτοευαισθητοποίηση — λιγοψυχιά |
|||