Новогреческий словарь
συσπουδάζω
συσπουδάζω
учиться вместе
с кем-л.
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
учиться вместе
? —
συσπουδάζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
συσπουδάζω
? — учиться вместе
#
(ново)греческий словарь
—
εντομοαπωθητικός
—
αργυρόηχος
—
αυτοεπιβάλλομαι
—
πυτίνη
—
προστάτισσα
—
ξαναμμένος
—
καταπιεστής
—
υπερδιεγερσιμότητα
—
καταλογογραφώ
—
πανταχόθεν
—
σιασμός
—
προαποβίωση
—
διάφορο
—
ατιμαστής
—
ραδιόφωνο
—
έξυπνος
—
μαρμαρική
—
ζαχαρωμένος
—
αρτοποιείο
—
ελεγκτήριο
—
διαμέλιση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве