|
το анат. надпочечник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово надпочечник? — επινεφρίδιο как с (ново)греческого переводится слово επινεφρίδιο? — надпочечник — ντόρος — επιθεωρητής — οπίσθιος — εύσκιος — αφορολόγητος — μετοχιάριος — ρασιστικός — βάιαλλος — ενιαυσιότητα — σακιδιοθήκη — γυναικάρι — διαμετρητήρας — κύπρινον — μισοανοιγμένος — έξωθι — πυρπολώ — Δήμητρα — καρδιολογικός — τερματισμός — κουρέλι — Ευμενίδες |
|||