Новогреческий словарь
ακαδημαϊκότης
ακαδημαϊκότης
(-ητος) η
академичность
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
академичность
? —
ακαδημαϊκότης
как с
(ново)греческого
переводится слово
ακαδημαϊκότης
? — академичность
#
(ново)греческий словарь
—
μικροβιοφάγος
—
προσποιούμενος
—
αμπελοειδή
—
δίφορος
—
τσαουλιά
—
πάστα
—
ψευδοπαράλυση
—
παραλλάζω
—
παροιμιώδης
—
απόβροχα
—
σαΐνης
—
ψήχω
—
αφοπλισμός
—
ανθρακοποίηση
—
μαλακτικότητα
—
αλύχτημα
—
αποκαρωμένος
—
προοιωνίζομαι
—
ακαος
—
κατάχρυσος
—
μηχανοποιώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве