Новогреческий словарь
τελωνοφύλακας
τελωνοφύλακας
ο
таможенник
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
таможенник
? —
τελωνοφύλακας
как с
(ново)греческого
переводится слово
τελωνοφύλακας
? — таможенник
#
(ново)греческий словарь
—
οργανοποιείο
—
ευρύστερνος
—
φεσώνομαι
—
απρογύμναστος
—
λαθραίως
—
ανάμεικτος
—
εύχυμος
—
καταπονημένος
—
αντιτάσσομαι
—
ρήτορας
—
γυρτός
—
υπανάπτυκτος
—
επιπλώνω
—
πριονάκι
—
αποκαίω
—
μπετό
—
σπαταλώ
—
αποικοδομήσιμος
—
κατανεμημένος
—
καμηλιέρης
—
ακατοίκητος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве