|
не посиневший #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово не посиневший? — αμελάνιαστος как с (ново)греческого переводится слово αμελάνιαστος? — не посиневший — εξιχνίαση — λιπόψυχος — ξυλόλιθος — καταντικρύ — μαλαστούπα — αφρόεις — λευκοϊκτίδα — γνωμοδοτώ — γλοιά — σχίζα — όστρεο — κατακεκλιμένος — καλλιεργητικός — κούτρημα — πλειοδότης — ρεβιθάδα — πεντάμηνο — ξορκισμός — αναγάλλια — αστύλωτος — χρειώδης |
|||