Новогреческий словарь
θύννος
θύνν|ος
ο
тунец
(рыба)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
тунец
? —
θύννος
как с
(ново)греческого
переводится слово
θύννος
? — тунец
#
(ново)греческий словарь
—
προχώρηση
—
κοκκίδα
—
άγνοια
—
οικοκυρά
—
μεταβολισμός
—
μοσχογαλή
—
βαρίδι
—
ευτελώς
—
μετεωρολόγος
—
αλκοολικός
—
παρεμφερής
—
νομολογία
—
αναμίσθωση
—
αυτοκολακευόμενος
—
περισυνάγω
—
μαγνητιστής
—
αγροκαλλιέργεια
—
νοστιμίζω
—
αργολογώ
—
τουφωτός
—
αντιστρεπτός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве