|
четырёхмоторный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово четырёхмоторный? — τετρακινητήριος как с (ново)греческого переводится слово τετρακινητήριος? — четырёхмоторный — τιμοκρατία — καμπιάζω — δευτερίζω — αγρίωμα — μάνατζερ — χαλκοκουρούνα — διπρόσωπος — λίμασμα — οικοπεδοποιούμαι — αποτραβηγμός — παρέλκυση — αποδήμηση — πήξη — σημείωμα — σκωληκοειδίτιδα — αναφλεγμαίνω — τριολέτο — ξινοκέρασο — ά-ά! — νεύρο — δακτυλοσκοπικός |
|||