Новогреческий словарь
εξηνταριά
εξηνταριά
η
шестьдесят
;
καμμιά ~ — около шестидесяти
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
шестьдесят
? —
εξηνταριά
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξηνταριά
? — шестьдесят
#
(ново)греческий словарь
—
μακελλεύομαι
—
θερμομέτρηση
—
αποκάτου
—
ακροδετώ
—
επίγνωση
—
μάσκουλο
—
σαρκική
—
εξάρθρωση
—
μηρυκαστικός
—
αλλαγή
—
διερεύνηση
—
ξαναμώραμα
—
επιφύομαι
—
νεφροσκλήρυνση
—
έγκριση
—
στενογράφος
—
πυγμόμετρο
—
εντελής
—
εξορμος
—
επανακάθημαι
—
πιστρόφια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве