|
лингв. идеографический; ~ό σύστημα γραφής — идеографическое письмо #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово идеографический? — ιδεογραφικός как с (ново)греческого переводится слово ιδεογραφικός? — идеографический — θρήσκα — πυγή — αναγεννήτρια — στερεογραφικός — φάτνωση — λουμινάκι — ρεβερέντζα — μακρομύτης — αβαρεσιά — τυροκόμος — αλληλοπρόγονα — αραπόσταρο — διάλαμψη — επιταχύνω — τσεπούλα — συλληπτήριος — απαράγραπτος — παραλίδισσα — ντρίλλι — διεδεξάμην — κεμέρι |
|||