|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ενθουσιασμένος? — — απένθητος — ζαχαροδιαβήτης — λαμνοκοπώ — εγείρομαι — αισίως — απολλύω — παροδικός — οιναγορά — ξεΐδρωμα — αμπελόφυτος — οξυρεγμία — λιφαιμία — σταφυλίτης — φιλεργία — γελοιότητα — έντονα — Ενετός — γαιοκτησία — κατασχετήριος — διακριτικώς — ανεμοβλογιά |
|||